Μέρα 1η  [01-11-2013] Θεσσαλονίκη - Κοπαόνικ Ραντεβού στις 07.30’ με τον Ηλία. Για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, έγινε όπως πάντα στην ο...

Κόσοβο - Μαυροβούνιο [Εθνικό Πάρκο Durmitor] - Αλβανία

/
0 Comments
Μέρα 1η [01-11-2013] Θεσσαλονίκη - Κοπαόνικ

Ραντεβού στις 07.30’ με τον Ηλία. Για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, έγινε όπως πάντα στην οδό Γιαννιτσών και συγκεκριμένα σε μπουγάτσα απέναντι από το εμπορικό κέντρο City Gate. Ακριβώς 08.08’, μετά από ένα σβέλτο καφεδάκι, ξεκινήσαμε μέσω της Εθνικής Οδού Θεσσαλονίκης - Ευζώνων για τα σύνορα. Φτάσαμε σχετικά σύντομα, αφού δεν συναντήσαμε κίνηση στο δρόμο και μετά από τον τυπικό έλεγχο στα σύνορα, γεμίσαμε καύσιμα στη Γευγελή. Κατευθυνθήκαμε προς τα Σκόπια και φτάσαμε στην έξοδο για Κόσοβο στις 10.30’.


Μπήκαμε με επίδειξη διαβατήριου από το Elez Han και μας ζητήθηκε από τον έλεγχο να εκδώσουμε την τοπική «πράσινη κάρτα», καθώς αυτές που μας είχαν χορηγήσει οι ασφαλιστικές μας εταιρίες δεν έγιναν δεκτές. Αν θυμάμαι καλά, κόστισε κάπου 15 ευρώ ανά δίκυκλο η έκδοση και περισσότερο θα έλεγα πως τα έγγραφα που παραλάβαμε έμοιαζαν με τοπικής ισχύος ασφαλιστήρια συμβόλαια.


Είχαμε πάρει συμβουλές για την κίνηση στους δρόμους του Κοσόβου και συγκεκριμένα να τηρούμε αυστηρά τα όρια ταχύτητας, δείχνοντας ιδιαίτερη προσοχή για τα ραντάρ της τροχαίας μέχρι το Ferizaj (Uroshevac). Παρατήρησα ένα τεραστίων διαστάσεων μνημείο του uck και αναρτημένες παντού σημαίες της Αλβανίας καθ’ όλη τη διαδρομή προς την Πρίστινα, στρατιωτικά οχήματα κυρίως πολωνικά, νατοϊκά τζιπάκια και πολλά συμβατικά οχήματα της αστυνομίας, χωρίς διακριτικά. Αφού προσπεράσαμε κάθε είδους όχημα, φτάσαμε στην Πρίστινα στις 11.30’, δύο ώρες μετά τα σύνορα.


Η διαφορά ώρας με την Ελλάδα στα 60 λεπτά. Μου έκανε εντύπωση το πόσες πολλές μάντρες με υλικά οικοδομής αντίκρισα, η απίστευτη κίνηση και το πανεπιστήμιο Πρίστινα.









Καθίσαμε σε pizza Hutt (double t?), όπου πίτσα, σαλάτα, τσιζμπεργκερ, πατάτες, δυο κόκες, δυο καφέδες άγγιξαν το εξωπραγματικό ποσό των 12.6 ευρώ, όσο δηλαδή θα κόστιζε στην πατρίδα μόνο η τεράστια πίτσα.


Ψάξαμε λίγο την πόλη για το μνημείο του Bill Clinton, με αρνητικό όμως αποτέλεσμα. Αφήσαμε την πρωτεύουσα του Κοσόβου μετά από ένα δίωρο διάλειμμα.



Για κάποιο λόγο η κίνηση συνεχιζόταν και μπλοκάραμε σε κόμβο, όπου τροχονόμος διέκοψε την κυκλοφορία. Δίπλα μας τσοπεριά που ο κάτοχος του θαύμαζε την ιαπωνική τεχνολογία, αγνοώντας παντελώς το δικό μου. Σε σχετική μου ερώτηση, απάντησε πως γνώριζε πολύ καλά τα BMW, ενώ επικεντρώθηκε στο Varadero του Ηλία, καθώς ποτέ του δεν είχε δει Honda τόσο μακρυά από αντιπροσωπεία της εταιρίας ή σημεία πώλησης γενικότερα. Μετά την ευχάριστη αυτή κουβέντα, άνοιξε ο δρόμος αφού πέρασαν κάποια συνοδευτικά οχήματα και οι Σέρβοι επίσημοι.





Ξεκινήσαμε να οδηγούμε μάλλον γρήγορα, αφού παραλίγο να τους προσπεράσουμε κιόλας, αν δεν μας σταματούσε η αστυνομία. Παρακάτω είδαμε τη δεύτερη και προτελευταία μηχανή στο Κόσοβο. Ένα μικρό on-off ξαπλωμένο φαρδύ - πλατύ στο οδόστρωμα.


Κατά τις 16.00’ βρεθήκαμε στη Σερβική επικράτεια, στους πρόποδες του Κοπαόνικ. Όχι έτσι απλά όμως. Μέσα στο Κόσοβο υπάρχει και το σερβικής επιρροής κομμάτι, από τη Μιτρόβιτσα και βόρεια που οριοθετούνταν από ένα θωρακισμένο αμφίβιο στη μέση του δρόμου, ένα φυλάκιο με κατεβασμένη μπάρα που κρατούσαν μάλλον σερβόφωνοι, τοποθετώντας σκόπιμα μερικά κούτσουρα και άλλα εμπόδια στο δρόμο.



Σκεφτήκαμε να μπούμε Μιτρόβιτσα, αλλά κάτι μας απώθησε και το αναβάλαμε για το μέλλον.





Μου έκανε τρομερή εντύπωση πως στην είσοδο των χωριών υπήρχαν αναρτημένες σέρβικες σημαίες, ενώ τα χωριά αυτά έμοιαζαν πολύ φτωχά και σχεδόν παρατημένα.






Πριν τα σύνορα υπήρχε ένα μικρό καλό κομμάτι με μπόλικες στροφές και ένα μνημείο σε σχήμα σταυρού, φιλοτεχνημένο από μηχανικά μέρη φορτηγού. Το ονόμασα «Μνημείο υπέρ πεσόντων Varadero».













Φτάνοντας στον «συνοριακό» έλεγχο, μια ομάδα αστυνομικών, μας εξήγησε πως έχει η κατάσταση στις σχέσεις των δύο χωρών και ειδικότερα πως με τη σφραγίδα του Κοσόβου στο διαβατήριο μας, κανονικά δεν επιτρεπόταν η διέλευση από εκείνο το σημείο, εκτός αν γινόταν χρήση ελληνικής αστυνομικής ταυτότητας. Διαφορετικά, υποχρεωτικά έξοδος από το σημείο εισόδου μας. Ευχαριστούμε κολέγκα και φύγαμε. Κοπαόνικ. Θαύμασα το ηλιοβασίλεμα ανεβαίνοντας τις στροφές, ενώ το τοπίο έμοιαζε αλπικό και υψόμετρο έφτανε σχεδόν στα 1.500 μέτρα.





Διανυκτέρευση στο ξενοδοχείο Jollykop, που βρισκόταν 8μιση ώρες και περίπου 420 χιλιόμετρα μακριά από τη Θεσσαλονίκη. Ο ξενοδόχος μας τακτοποίησε σε στούντιο για πέντε άτομα, με τιμή στα 20 ευρώ. Ήταν φυσικά αρχές Νοέμβρη και low season για αυτό και η τιμή αυτή, όπως και ανάλογες οι επιλογές για νυχτερινή έξοδο. Αν και μόλις 500 μέτρα μακρυά, λαχανιασμένοι από το περπάτημα στην ανηφόρα βρήκαμε τη ξενοδοχειακή μονάδα Klaljevi Cardaci. Στο εστιατόριο παραγγείλαμε τα πάντα, μιας και ήταν η ώρα για το τάισμα των κροκοδείλων. Αφού σκάσαμε στο φαΐ, αποφασίσαμε να ανεβούμε στο χιονοδρομικό κέντρο, που απείχε 6 χιλιόμετρα. Αποφάσισα να ανέβω ως συνεπιβάτης στη μηχανή του Ηλία, κάτι που θα ξανασκεφτώ την επόμενη φορά, μιας και σε αυτή τη μοναδική ευκαιρία, επέμενε και βάλθηκε να αποδείξει ότι και τα Honda στρίβουν.



Μέσα στο χιονοδρομικό υπήρχε το άγαλμα μιας πολικής αρκούδας, που ένας θρύλος λέει πως όποιος καταφέρει να μετακινήσει από τη βάση της, θα γίνει ο βασιλιάς της Σερβίας. Δεν κατάφερα να εξακριβώσω αυτή τη λαϊκή δοξασία, ούτε φυσικά να σηκώσω τον αρκούδο, παρά τις προσπάθειες μου. Πλέον καταλήγω πως την ιστορία την επινόησε ο Ηλίας στην ταβέρνα καταναλώνοντας μπύρα Jelena, για να πατσίσει το ολοήμερο τρολάρισμα για τη μοτοσικλέτα του, που κορυφώθηκε με το δούλεμα μετά το μνημείο του ηρωικού Varadero.




Μέρα 2η [02-11-2013] Κοπαόνικ - Ζάμπλιακ

Ξυπνήσαμε νωρίς, περίπου 07.30’, χορτάτοι από ύπνο και το βραδινό φαγητό. Μαγική η θέα από το δωμάτιο, καθώς η ομίχλη και τα σύννεφα έκρυβαν τη βάση των βουνών γύρω μας, δίνοντας μια αίσθηση αιώρησης.


Αποφασίσαμε να ρίξουμε μια καλύτερη ματιά στο χιονοδρομικό και αν βρίσκαμε κάτι ανοιχτό να παίρναμε εκεί πρωινό. Κάπου όμως το χάσαμε, αφού πίναμε καφέδες κοντά στο τρίωρο, λες και βρισκόμασταν ακόμα στη χαλλλαρούπολη.




«Muskarci znaju zasto» αναγράφεται στο πανό που επέμενε να φωτογραφηθεί ο Ηλίας. Αργότερα το μετέφρασα και σημαίνει «οι άντρες ξέρουν το γιατί». Α ρε Ηλία! Πόσα ξέρεις!!


Μαζέψαμε τα πράγματά μας από το ξενοδοχείο και αφού τελικά δε φάγαμε τίποτε, προτάθηκε να φάμε στο Novi Pazar, που ήταν αρκετά κοντά. Στην διαδρομή φωτογραφίζαμε ο ένας τον άλλον, αφού σχεδόν βαριόμαστε να οδηγήσουμε. Η κακή αυτή φωτό, μου έβαλε την ιδέα στο μέλλον να μετατρέψω το Gs μου σε μονόσελο café racer.



Περίπου 12.30’ βρισκόμασταν στον κεντρικό πεζόδρομο της πόλης. Σέρβικη μεν, με έντονα τα στοιχεία του οθωμανικού παρελθόντος, που συμπλήρωναν τα ανατολικού τύπου μπλοκ κατοικιών. Μετά τον πανάκριβο καφέ του Κοπαόνικ στα 9 ευρώ, ήταν η ώρα του χάλια καφέ. Τουλάχιστον παραγγείλαμε κάτι να φάμε. Ο Ηλίας λιμπίστηκε από τον κατάλογο το πιροσκί και με κορόιδευε που δεν τρώω παραδοσιακά φαγητά, αλλά μόνο τροφές, όπως τις αποκάλεσε «μη βιολογικές, τροποποιημένες γενετικά». Ανήκω στη γενιά των Goody’s βλέπεις. Μας έφεραν τελικά κάτι γαμάτα παραδοσιακά πιροσκί, που εξωτερικά έμοιαζαν με τεραστίων διαστάσεων καλτσόνε, που όμως περιείχαν το χειρότερο συνδυασμό υλικών που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί. «Ρε Ηλία, τι περίμενες να φας?? Ποντιακή συνταγή στην πιο ξεχασμένη γωνία της σέρβικης επαρχίας;;».





Θέλαμε να φύγουμε και ήμουν ήδη 3 κιλά πιο βαρύς από το φαγητό. Μάλλον αυτό μου έφταιγε που έψαχνα τον Λιάκο με κιάλι το κοφτό μακαρονάκι. Μέχρι τα σύνορα με Μαυροβούνιο και ως το Rozaje τα έδωσε όλα στο δρόμο. Κάναμε το γύρο του εθνικού πάρκου Biogradska Gora και κάπου στο Berane προς Mojkovac είχε αρχίσει και σκοτείνιασε για τα καλά. Λάθος υπολογισμός; Η διαφορά της ώρας; Δε ξέρω ακριβώς τι έφταιξε, όμως αρχίσαμε να αναθεωρούμε τον αρχικό στόχο της διανυκτέρευσης στη Budva. Από το Zabljak θα πρέπει να απείχε περίπου δύο ώρες οδήγησης ακόμη, αλλά δε θέλαμε με τίποτε να χάσουμε τη διαδρομή προς το Zabljak. Οδηγούσαμε πλέον νύχτα, κάτι που πάντα θέλω να αποφεύγω. Μέσα στο δρυμό του Durmitor, συναντήσαμε μνημείο προς τιμή κάποιου χιονοδρόμου, ο οποίος όμως έμοιαζε απίστευτα στον πατέρα του heavy metal δωδεκάθεου, τον Lemmy των Motorhead. Χίλια συγνώμη στον μακαρίτη, μα δεν κρατήθηκα και φωτογραφήθηκα μαζί του.








Zabljak. Το είχα λίγο διαφορετικό στο μυαλό μου για να είμαι ειλικρινής. Ένα μικρό χωριό, μια διασταύρωση θα το περιέγραφα καλύτερα και σταματήσαμε λίγο να δούμε έντυπους χάρτες, ίσως να πιούμε και έναν καφέ να ζεσταθούμε. Μας πλησίασε τότε ένας 35άρης Μαυροβούνιος που, όταν αντιλήφθηκε ότι ψάχνουμε να μείνουμε στο χωριό, επέμενε να μας δείξει τα δωμάτια του. Ρωτήσαμε αν υπάρχει κάπου να πιούμε καφέ και μας έδειξε ακριβώς απέναντι ένα μπαρ που και εμείς είχαμε παρατηρήσει προηγουμένως. Ταυτόχρονα σήκωσε αντίχειρα - έκλεισε μάτι, και είπε «Stara Varos!.. good coffee!..» Τον ακούσαμε και καθίσαμε εκεί, αφού έκανε αρκετό κρύο και δεν θέλαμε να ψάχνουμε άδικα. Ζεστή καφεδιά, wifi και booking. Να 'τος πάλι.. Ξανάβαζε την κασέτα του για τα δωμάτια στα 35 ευρώ. «Ρε φίλε.. άσε μας να ψάξουμε μόνοι μας». Προτείνει μέχρι και να μας πάει με το αυτοκίνητό του. «Μα, δε θέλουμε!» Έφερε φωτογραφίες. «Ρε δε θέλουμε, λέμεεε!» Όμως το έμπειρο μάτι του κόβει, σαν γνήσιου Χαλκιδικιώτη, αφού πρόσεξε ότι χαζεύουμε στο booking και μας πρότεινε να δούμε και τα σχόλια για τα δωμάτιά του. Αφού κατάφερε και μας αγανάκτησε πραγματικά, του κάναμε τη χάρη να μας πάει να τα δούμε, μιας και η τιμή τους ήταν μάλλον λογική. Πήραμε τελικά ένα διαμέρισμα, που άξιζε τα χρήματά του. Αυτές τις σκέψεις μας διέκοψε ένα χτύπημα στην πόρτα. «Τι θες πάλι; Να κεράσω sliva;» Μας τραβάει στο γκαράζ του που έμοιαζε με αποστακτήριο και μας κερνάει σε σφηνάκι κάτι που έφερνε σε ρακί, μόνο που το φτιάχνει από βανίλιες. Το βρήκα τουλάχιστον απαίσιο. Τότε ήταν που μας συστήθηκε. «Με λένε Rajko». Ρωτά μόνο τον Ηλία το δικό του όνομα, κάτι που δεν βρήκα καθόλου τυχαίο, μιας και μόνο αυτός εκτίμησε το ρακί του. Θέλαμε να μάθουμε που θα μπορούσαμε αργότερα να πιούμε καμιά μπύρα, να φύγει η κούραση της ημέρας.. «Stara Varos!! Good beer!!», μας απαντά πάντα με συνοδεία σηκωμένου αντίχειρα. Πεθάναμε στο γέλιο και μάταια προσπαθούσε να μας διακόψει. Επειδή αυτό το μαγαζί ήταν μάλλον και το μοναδικό ανοιχτό στο χωριό, κατευθυνθήκαμε εκεί. Δεν πέρασε λίγη ώρα και εμφανίστηκε και ο Rajko στο μαγαζί, πιθανόν να τσεκάρει αν τον ακούσαμε. Εντάξει, ο τύπος απλά δεν υπήρχε. Η ώρα πέρασε γρήγορα και τα μπυράκια Niksicko έφευγαν σαν εμφιαλωμένο νεράκι.




Μέρα 3η [03-11-2013] Ζάμπλιακ - Τίρανα

Ο φίλος μας ο Rajko έφτιαξε το πρωινό μας, το οποίο όμως έβαλε να σερβίρει ο πατέρας του. Είμαι σίγουρος πως, πονηρά σκεπτόμενος ο «Χαλκιδικιώτης», πόνταρε οτι τον μπαμπά του που ήταν ηλικιωμένος, δύσκολα θα γιουχάραμε για το πρωινό που αποτελούταν από τα πιο απαράδεκτα πράγματα, που απλώς έτυχε να βρει στο ψυγείο και στα ντουλάπια του. «Να σαι καλά ρε φίλε!» Φωτογραφίσαμε το τοπίο γύρω από το δωμάτιο και το μάτι μου έπεσε σε κάτι ποδήλατα που είχε προς ενοικίαση.



Μάλλον για να ξεπλύνει την ντροπή, είπε δεν θα μας τα χρεώσει, αν θέλαμε να τα χρησιμοποιήσουμε. Ο Ηλίας δεν ψήθηκε να πάρει και αυτός ένα. «Ρε Λιάκο; Ρε μπας και δεν ξέρεις ποδήλατο;» Ξεκινήσαμε για την αλπική «Μαύρη Λίμνη», που βρισκόταν λίγο έξω από το χωριό (για περισσότερα, πατήστε εδώ).


Έφτασα πρώτος σε ένα σημείο που αναγκαστικά έπρεπε ο Ηλίας να παρκάρει το Varadero. Με τα πόδια συνεχίσαμε μέσα από το δάσος και σύντομα βρεθήκαμε μπροστά στη λίμνη.




Η θέα ήταν απλώς μαγική. Πρόκειται για μια λίμνη, που όμως σε ένα σημείο δημιουργήθηκε ένα στενό κομμάτι γης, που έμοιαζε να την διαιρεί σε δυο τμήματα. Μπορεί κανείς να κάνει τον κύκλο και των δυο, εμείς όμως δεν είχαμε και τόσο χρόνο και αποχωρήσαμε σύντομα. Είναι παραπάνω από σίγουρο πως θα την επισκεφτώ ξανά, προτιμώντας να τη δω κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.













Κάπου εδώ να αναφέρω για ένα μικρό στοίχημα που έβαλα με τον Ηλία. Η λίμνη από το δωμάτιο απείχε 2.500 μέτρα. Για να επιστρέψουμε έπρεπε εγώ να διανύσω αυτή την απόσταση με το ποδήλατο, με ένα μικρό κομμάτι ανηφόρας, ενώ ο Ηλίας πεζός τα 400 μέτρα μέχρι την είσοδο του πάρκου και τα υπόλοιπα με το καμάρι της ιαπωνικής τεχνολογίας.


Δεν είμαι και κανένας δεινός ποδηλάτης, ούτε έχω ιδιαίτερα καλή φυσική κατάσταση, αλλά η έκβαση του στοιχήματος με ήθελε να περιμένω ένα δεκάλεπτο στο ξενοδοχείο! «Ναι Ηλία, ξέρω.. έβγαζες φωτογραφίες!». Και εγώ το ίδιο. Στη διαδρομή είδα το παρακάτω εγκαταλειμμένο κτήριο και μια επιγραφή. Όποιος ξέρει τι είναι ας με διαφωτίσει.



Η διαδρομή που ακολουθήσαμε προς το Νίκσικ, ήταν απόκοσμα όμορφη. Ειδικά λίγο μετά το Ζάμπλιακ. Όμως ο κακός καιρός και ο δυνατός άνεμος μας εμπόδιζαν να το ευχαριστηθούμε όσο θα θέλαμε. Σε αυτή την κατάσταση ήρθε να προστεθεί η πυκνή ομίχλη από το Savnik ως το Krnvo και στη συνέχεια η μπόρα μέχρι σχεδόν το Νίκσικ. Η βροχή μας ακολούθησε μέχρι και την Ποντγκόριτσα, που για να συνέλθουμε από την κακοκαιρία κάτσαμε για λίγο σε ένα εμπορικό κέντρο, να πιούμε καφέ και να ζεσταθούμε. Στα σύνορα με την Αλβανία διαπιστώσαμε ότι έχει ξεχάσει ο Ηλίας το διαβατήριό του στον φίλο μας τον Rajko. Με χρήση ταυτότητας και η είσοδος έγινε κανονικά. Από Σκόδρα και κεντρικούς δρόμους, σύντομα φτάσαμε Τίρανα, όπου και περάσαμε το βράδυ μας.


Μέρα 4η [04-11-2013] Τίρανα - Θεσσαλονίκη

Το πρωινό είναι το πιο σημαντικό γεύμα και το να δοκιμάζω μέχρι σκασμού όλα όσα έχει ο μπουφές του ξενοδοχείου, είναι κάτι που τηρώ με ευλάβεια στις μοτοβόλτες μου. Τίρανα από το δωμάτιο.




Τα χιλιόμετρα για Θεσσαλονίκη είναι λίγα και ξεκινήσαμε χαλαρά προς Ελμπασάν. Είχε αρχίσει και ετοιμαζόταν ένας αυτοκινητόδρομος που θα ένωνε τις δύο πόλεις. Σε παλιότερη εκδρομή είχαμε υποχρεωθεί να ακολουθήσουμε μια πορεία περίπου δυο ωρών σε κακό επαρχιακό δίκτυο, για την ίδια διαδρομή.





Ο νέος δρόμος είχε έργα, αλλά γρήγορα μας οδήγησε στο Ελμπασάν και από εκεί κατευθυνθήκαμε προς τη λίμνη Οχρίδα. Καφεδάκι στην ομώνυμη πόλη και αφού ανασυντάχθηκαν οι δυνάμεις, με μια γκαζιά βρισκόμαστε πλέον σε ελληνικό έδαφος και το συνοριακό σταθμό της Νίκης Φλωρίνης.







Κάθε φορά που κλείνει μια βόλτα, συνήθως στην αυλή του σπιτιού μου, ρίχνω μια ματιά στο πίσω ελαστικό και γενικά στη μοτοσυκλέτα μου.


Κρίνοντας από την εικόνα που αντίκρισα, ικανοποιημένος πλέον, κατέληξα στο να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στον φίλο μου τον Ηλία, για τη χαρά της παρέας του, για την εμπειρία που μοιραστήκαμε με το να είμαστε μαζί στο δρόμο και γενικότερα που κατάφερε και με ανέχτηκε αυτές τις λίγες μέρες, παρόλα τα πειράγματα για το κατά τα άλλα αξιόπιστο μηχανάκι του. Άλλωστε είναι γνωστό πως τα GS και τα Varadero επιβεβαιώνουν τη ρήση «Μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε!». Καλούς δρόμους να χουμε φίλε!


Αυτή είναι, περίπου, η διαδρομή των συνολικά 1.400 χιλιομέτρων που ακολουθήσαμε.






You may also like

No comments: